- δέκεται
- δέχομαιtakepres ind mp 3rd sg (ionic aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
δέκετ' — δέκεται , δέχομαι take pres ind mp 3rd sg (ionic aeolic) δέκετο , δέχομαι take imperf ind mp 3rd sg (ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χανδόν — και βοιωτ. τ. χάδαν Α επίρρ. 1. με ανοιχτό στόμα, με άπληστη επιθυμία, λαίμαργα («χανδὸν ἀμέτρητον δέκεται ποτόν», Νίκ. Θηρ.) 2. μτφ. σε μεγάλο βαθμό, υπερβολικά («χανδὸν ἐμπιπλάμενος τοῦ ὕπνου», Φιλόστρ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < θ. χᾰν τού ρ. χαίνω (βλ.… … Dictionary of Greek